«Καλό κουμάσι κι αυτός...». «Είναι φρέσκα τ’ αβγά. Μόλις τάφερε απ’ το κουμάσι», ...αλλά και ...«φόρεσε στους ώμους της νύφης τα κουμασλίκια»... Ύφασμα; Κομμάτι υφάσματος; Κοτέτσι ή φαύλος άνθρωπος;
Κι αν σημαίνει κοτέτσι, είναι κι αυτό τούρκικης προέλευσης από το τουρκικό k?mes, που σημαίνει κοτέτσι ή ...«ελληνική»- μεσαιωνική, καθώς: «η τουρκική προέλευση που προτάθηκε από παλιότερους μελετητές θα πρέπει να αποκλειστεί λόγω χρονολογικών προβλημάτων καθώς ...η ελληνική φράση εμφανίζεται ήδη από το λεξικό του Ησυχίου της Αλεξάνδρειας, που δημιουργήθηκε από το τέλος του 5ου αι.μ.Χ: βλ. κουμάσιον· τ? τ?ν ?ννίθων οϊκάμα" (το σπίτι των ορνίθων).
«Το νεοελληνικό "κουμάσι": το σπιτάκι του σκύλου, το κοτέτσι και τα βαλκανικά του ισοδύναμα υπό το φως της ετυμολογίας» είναι ο τίτλος εισήγησης στο πλαίσιο διεθνούς συνεδρίου για την ετυμολογία, που ξεκινά αύριο στη Θεσσαλονίκη.
Στην εισήγησή του, οι μελετητές Elwira Kaczy?ska & Krzysztof Tomasz Witczak από το Πανεπιστήμιο του Λοτζ στην Πολωνία αναζητούν την προέλευση ενός από τους σύγχρονους «βαλκανισμούς», που πιστοποιείται στις περισσότερες βαλκανικές γλώσσες.
Το «2ο Διεθνές Συνέδριο για την Ετυμολογία της Ελληνικής: ελληνική και βαλκανική ετυμολογία» πραγματοποιείται, αύριο και μεθαύριο (9 και 10 Νοεμβρίου 2018), στο Τελλόγλειο Ιδρυμα του ΑΠΘ και διοργανώνεται από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών [Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη] του ΑΠΘ, στο πλαίσιο των ετήσιων διεθνών συνεδρίων για τη διαχρονική και διατοπική μελέτη της ελληνικής.
Βαλκανισμοί, σλαβικά κατάλοιπα στη νεοελληνική και ελληνική γεωγραφική ορολογία, μια κοινή -βαλκανική- ποιμενική γλώσσα των νομάδων-βοσκών με στοιχεία της ελληνικής σαρακατσάνικης, της βλάχικης, των αρωμανικής (ρουμανική με στοιχεία ελληνικής), της γλώσσας των κουματσαραίων και της σλάβικης γλώσσας, μετονομασίες τοπωνυμίων ως «γλωσσική πολιτική» αλλά και χρήσεις της ετυμολογίας στην εκπαίδευση ως μέσο έκφρασης και αναπαραγωγής κυρίαρχων ιδεολογιών είναι μερικά μόνο από τα θέματα που προσεγγίζουν με τις εισηγήσεις τους επιστήμονες της γλώσσας από την Ελλάδα, τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ευρώπη.
«Στόχος μας είναι να αναδείξουμε τη βαλκανική διάσταση του φαινομένου της ετυμολογίας, στη βάση της σχέσης ελληνικής και βαλκανικής, να εντοπίσουμε την σημερινή κατάσταση στις ελληνικές ετυμολογικές σπουδές σε σύγκριση με τις γειτονικές χώρες, όπου (ειδικά για τη σερβική και βουλγαρική γλώσσα) έχουν ασχοληθεί μεθοδικά την τελευταία 100ετία -γεγονός που δεν συνέβη με την ελληνική ετυμολογία», λέει ο αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ, Γιώργος Παπαναστασίου, μέλος της οργανωτικής επιτροπής του συνεδρίου και διευθυντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του ΑΠΘ.
«Οι ετυμολογικές αναζητήσεις για την αρχαία ελληνική γλώσσα σε κείμενα ποιητικά, φιλοσοφικά, ιατρικά, ρητορικά κτλ κυμαίνονται από αφηγήσεις που δικαιολογούν τη σύνδεση μιας λέξης με αυτό που σημαίνει, μέχρι λογοπαίγνια, αρκεί να δίνουν μια αποδεκτή φιλοσοφική και όχι γλωσσολογική εξήγηση για τη συγκεκριμένη σύνδεση. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο περισσότερες από μία ετυμολογίες υιοθετούνται συχνά για την ίδια λέξη. Παρόλο που ο όρος ετυμολογία χρησιμοποιείται για πρώτη φορά από τους Στωικούς, οι πρωιμότερες ετυμολογικές αναζητήσεις εντοπίζονται ήδη στον Όμηρο και στα αποσπάσματα των Προσωκρατικών, ενώ κατά την κλασική εποχή έχουμε ετυμολογικά παιχνίδια στον Αριστοφάνη και κείμενα όπως το χωρίο από τον Αγαμέμνονα του Αισχύλου...», σημειώνει στην εισήγηση της στο συνέδριο, με θέμα «Αρχαίοι και ετυμολογία της ελληνικής: μεταξύ φιλοσοφίας της γλώσσας και λογοπαιγνίων» η Μαρία Χρίτη από το Σχολείο Νέας Ελληνικής Γλώσσας του ΑΠΘ.
Εκπαίδευση στον δρόμο που ...χάραξε ο Γκας Πορτοκάλος (από την ταινία «Γάμος αλά ελληνικά»).
«Μόνο να κερδίσουμε έχουμε από τις επιστημονικές έρευνες των Βαλκάνιων γειτόνων μας που ασχολήθηκαν μεθοδικά την τελευταία ...100ετία με τις ετυμολογικές σπουδές αναδεικνύοντας τη βαλκανική διάσταση της ετυμολογίας», λέει ο κ. Παπαναστασίου, αναφερόμενος παράλληλα και σε συχνές παρετυμολογήσεις λέξεων.
«Οι ετυμολογικές προτάσεις, εκφραζόμενες από κοινωνικά υποκείμενα, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για ιδεολογικούς σκοπούς. Η πρακτική αυτή προκύπτει είτε από την ηθελημένη απόκρυψη σταδίων στην εξέταση της ιστορικής πορείας μιας λέξης είτε από την προώθηση ετυμολογικών προτάσεων και την αποσιώπηση εξίσου πιθανών αναλύσεων της πορείας μιας λέξης. Προκειμένου για την παράθεση ετυμολογικών πληροφοριών στα διδακτικά εγχειρίδια της αρχαίας ελληνικής γλώσσας του γυμνασίου, τα μέσα αυτά παρατηρούνται σε πλήρη εφαρμογή, καθώς στόχος των συγγραφέων είναι να διαπιστώσουν οι μαθητές το ‘ενιαίο’ και το ‘αμιγές’ της ελληνικής γλώσσας στον χώρο και στον χρόνο. Οι λόγοι για αυτή τη διαπίστωση, είναι, εκτός από γλωσσικοί, εθνικοί-ιδεολογικοί...
...Η γλώσσα, κατά τη ρομαντική αντίληψη του 19ου αιώνα, αποτελεί το βασικό διακριτικό χαρακτηριστικό κάθε έθνους. Προς επίρρωση, λοιπόν, της άποψης για πανάρχαια ιστορική παρουσία του "ελληνικού έθνους", επιστρατεύεται το επιχείρημα της ενιαίας σε λεξιλογικό επίπεδο ελληνικής γλώσσας. Έτσι, κάθε μορφολογική ομοιότητα λέξεων της νέα ελληνικής με λέξεις της αρχαίας παρουσιάζεται σαν αποτέλεσμα της αδιάλειπτης συνέχειας της "μίας" και "ενιαίας" ελληνικής γλώσσας στον χώρο και στον χρόνο», σημειώνει σε εισήγησή του στο συνέδριο με θέμα: «Ετυμολογία και εκπαίδευση: η χρήση της ετυμολογίας στην εκπαίδευση ως μέσο έκφρασης και αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας της νεοελληνικής κοινής», ο καθηγητής Στυλιανός Πατεράκης από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το Συνέδριο είναι αφιερωμένο τόσο στην ελληνική όσο και στη βαλκανική ετυμολογία. Στο «1ο Συνέδριο για την Ετυμολογία της Ελληνικής Γλώσσας» η βαλκανική ετυμολογία κάλυπτε κυρίως τη βαλκανική διάσταση ελληνικών λέξεων. Στο 2ο Συνέδριο, η βαλκανική ετυμολογία αντιπροσωπεύεται ισότιμα με την ελληνική, εξετάζεται ως ξεχωριστή μονάδα και ως αυτοτελές πλαίσιο ετυμολογικής ανάλυσης των λέξεων. Πρόκειται για το τέταρτο μιας σειράς ετήσιων διεθνών συνεδρίων για τη διαχρονική και διατοπική μελέτη της ελληνικής γλώσσας, που διοργανώνονται από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών και είναι αφιερωμένα εναλλάξ: (α)στην ετυμολογία της ελληνικής (2015, 2018), (β)στις γλωσσικές επαφές στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία (2016, επόμενο: 2019) και (γ)στην Κοινή, στις κοινές και στη διαμόρφωση της κοινής νεοελληνικής (2017- επόμενο 2020).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ